Δύο σημαντικές επιγραφές, που αναφέρονται στα αρχαία Κόροντα, έχει καταγράψει ο Γεώργιος Φερεντίνος στο βιβλίου του Ιστορία της Ακαρνανίας. Οι επιγραφές είναι καταχωρημένες τόσο στο αρχαίο κείμενο, όσο και σε μετάφραση του ίδιου.
Η πρώτη εξ' αυτών, που χρονολογείται το έτος 216 π.Χ., αναφέρεται στον τρόπο λειτουργίας και τα προβλήματα του ιερού του Απόλλωνα στο Άκτιο, το οποίο ήταν το θρησκευτικό κέντρο των Ακαρνάνων. Στην αρχή της επιγραφής αναφέρονται οι αξιωματούχοι του κοινού των Ακαρνάνων από τις διάφορες πόλεις που κατάγονταν, μεταξύ των οποίων και ο Νικίας, υιός του Μνάσωνος από τα Κόροντα, που είχε το αξίωμα του Προμνάμονος.
Το αξίωμα αυτό του Προμνάμονος των κοινών αρχόντων της Ακαρνανίας και οι βοηθοί του συμπρομνάμονες (συμπρομνήμονες συνήθως τρεις) κατ' αρχάς θεωρήθηκε ότι πρόκειται για υπαλλήλους στο ιερό του Απόλλωνα επιφορτισμένους με την αναγραφή των ψηφισμάτων. Αλλά φαίνεται ότι το αξίωμα ήταν υψηλό. Θεωρείται ως προϊστάμενος της διοικητικής υπηρεσίας της Βουλής επιφορτισμένος με καθήκοντα λειτουργικά τόσο της βουλής, κάτω από την διεύθυνση της οποίας βρίσκεται, όσο και της συνέλευσης του κοινού. Ο Busoit μάλιστα (σελ. 1469) δεν αποκλείει και το ενδεχόμενο να διευθύνει και τις εργασίες της συνέλευσης, λόγω πείρας. Το όνομά του αναφέρεται επίσης για την χρονολόγηση γεγονότων.
Η δεύτερη επιγραφή χρονολογείται το έτος 207 π.Χ. Αναφέρεται σε αντιπροσωπεία, η οποία έφθασε στην Ακαρνανία από την πλευρά των Μαγνήτων για να παρακαλέσει τους Ακαρνάνες αφενός μεν να συμμετάσχουν στις γιορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν της θεάς Άρτεμης και αφετέρου να κηρύξουν ανακωχή των πολεμικών επιχειρήσεων. Σ' αυτή αναφέρεται μάλιστα κι η πατροπαράδοτη φιλία των Ακαρνάνων με τους Μάγνητες. Οι τελευταίοι κατοικούσαν στην περιοχή της Β.Δ. Μικράς Ασίας στο Μαίανδρο, κατά τον Παυσανία. Είναι οι ίδιοι τους οποίους κυβέρνησε ο Θεμιστοκλής κατά την εξορία του στο Βασιλιά της Περσίας και οι οποίοι λάτρευαν την "Λευκοφρύνην Άρτεμιν”.
Στην παραπάνω εγγραφή αναφέρεται ότι κατά τον πιο πάνω χρόνο στρατηγός των Ακαρνάνων ήταν ο Νίκαιος του Εχε από τα Κόροντα. Το αξίωμα αυτό του στρατηγού ήταν πολύ σημαντικό ιδιαίτερα μετά την ανασύσταση το 236 π.Χ., οποότε έπαυσε η πολυαρχία των 7 στρατηγών και έκτοτε εκλέγεται ένας μόνο στρατηγός. Όπως φαίνεται ο στρατηγός εκτός από την αρχηγία του πεζικού στρατού του κοινού έχει κι άλλες αρμόδιότητες. Έτσι, όπως και οι στρατηγοί των Αθηναίων έχει δικαίωμα να υποβάλλει προτάσεις στη συνέλευση του κοινού. Στην παραπάνω πρώτη επιγραφή του 216 π.Χ. εμφανίζεται ως Πρόεδρος του συμβουλίου στο οποίο μετέχουν πλην των κοινών αρχόντων κι άλλοι αντιπρόσωποι πόλεων πέντε από το Θύρρειο, δύο από την Λευκάδα, τρεις από την Μεδεώνα κι ένας από την Αλυζία, που πλαισιώνουν τον στρατηγό, κι όλοι αποτελούν την αντιπροσωπεία του κοινού η οποία θα έκανε τις διαπραγματεύσεις με το Ανακτόριο σαν μην ήταν τελευταία πόλη του Κοινού, αλλά ξένο κράτος. Οι σύγχρονοι μελετητές αμφισβητούν αν αναλάμβανε και την Προεδρία της συνέλευσης. Το αξίωμά του ήταν μεγάλο, κι όπως φαίνεται από τις δύο παραπάνω επιγραφές οι Ακαρνάνες φθάνουν στο σημείο να το χρησιμοποιούν για την χρονολόγηση των γεγονότων (επί στρατηγού των Ακαρνάνων... στην επιγραφή του 216 π.Χ. Και "Στραταγέονος Ακαρνάνων... στην επιγραφή του 207 π.Χ.).
(βλ. Γεωργίου Α. Φερεντίνου, Ιστορία της Ακαρνανίας από αρχαιοτάτων χρόνων, μέχρι της εποχής του Χριστού σελ. 113, 114, 235, 268 – 270).
ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΑΝΙΚΑ ΝΕΑ